Αρέσκεια στα δανικά
Μετάφραση: αρέσκεια, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
opfyldelse, fornøjelse, glæde, smag, sympati, humør
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρέσκεια
η αρέσκεια, αρέσκεια λεξικό γλώσσας δανικά, αρέσκεια στα δανικά
Μεταφράσεις
- αράχνη στα δανικά - edderkop, spider, edderkoppen, edderkopper
- αρένα στα δανικά - kampplads, arena, Arenaen, scene, Stadion
- αρέσω στα δανικά - lignende, Kan du lide, som, ligesom, ud
- αραβούργημα στα δανικά - arabesk, arabesque, arabeske, arabesken, arabeskagtige
Τυχαίες λέξεις
Αρέσκεια στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: opfyldelse, fornøjelse, glæde, smag, sympati, humør
Μεταφράσεις: opfyldelse, fornøjelse, glæde, smag, sympati, humør