Αυθεντία στα ισλανδικά

Μετάφραση: αυθεντία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
heimild, yfirvald, vald, stjórnvald, yfirvaldið
Αυθεντία στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθεντία

αυθεντία συνώνυμα, αυθεντία του κράτουσ δικαίου, αυθεντία english, αυθεντία ως τεκμήριο, αυθεντία λεξικό, αυθεντία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αυθεντία στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αυθάδης στα ισλανδικά - sassy
  • αυθαίρετος στα ισλανδικά - handahófskennt, handahófi, handahófskennda, geðþótta, handahófskenndar
  • αυθεντικός στα ισλανδικά - ekta, jafngildir, ósvikin, fullgiltur, áreiðanlegur
  • αυθορμητισμός στα ισλανδικά - sjálfvirkni
Τυχαίες λέξεις
Αυθεντία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: heimild, yfirvald, vald, stjórnvald, yfirvaldið