Γεύομαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: γεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bragð, bragða, bergja, ilm, smakka, Savor, þægilegan ilm, gefur þér
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεύομαι
γεύομαι και μαγεύομαι θησείο, γεύομαι συνόνυμα, γεύομαι και μαγεύομαι, γεύομαι μαγεύομαι ιωάννινα, γεύομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, γεύομαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- γεωφυσική στα ισλανδικά - jarðeðlisfræði, Leiðsögunám
- γεύμα στα ισλανδικά - máltíð, grófmalað, mjöl, eða grófmalað
- γεύση στα ισλανδικά - bragð, bragða, bergja, bragðið, smekk, bragði, smakka
- γη στα ισλανδικά - ástæða, jörð, land, jarðvegur, jörðin, jarðar, jörðinni, ...
Τυχαίες λέξεις
Γεύομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bragð, bragða, bergja, ilm, smakka, Savor, þægilegan ilm, gefur þér
Μεταφράσεις: bragð, bragða, bergja, ilm, smakka, Savor, þægilegan ilm, gefur þér