Διάθλαση στα ισλανδικά

Μετάφραση: διάθλαση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ljósbrot, ljósbrots, ljósbrots er
Διάθλαση στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διάθλαση

διάθλαση φωτιστικά, διάθλαση ήχου, διάθλαση ανάκλαση, διάθλαση του φωτός ppt, διάθλαση φωτισμός, διάθλαση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διάθλαση στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • διάζωμα στα ισλανδικά - frieze
  • διάθεση στα ισλανδικά - geð, herða, skap, förgun, förgun þeirra, ráðstöfun
  • διάκονος στα ισλανδικά - djákna, djákninn, djákni, Honum
  • διάκριση στα ισλανδικά - mismunun, jafnræði, við mismunun, um jafnræði, konar mismunun
Τυχαίες λέξεις
Διάθλαση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ljósbrot, ljósbrots, ljósbrots er