Διάθλαση στα ουκρανικά

Μετάφραση: διάθλαση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
переломлення, заломлення, відбиття
Διάθλαση στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διάθλαση

διάθλαση φωτιστικά, διάθλαση ήχου, διάθλαση ανάκλαση, διάθλαση του φωτός ppt, διάθλαση φωτισμός, διάθλαση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διάθλαση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διάζωμα στα ουκρανικά - фриз, фріз
  • διάθεση στα ουκρανικά - загартувати, схильність, диспозиція, жебрак, настрій, характер, тельфер, ...
  • διάκονος στα ουκρανικά - дяк, диякон, диякона, дьякон
  • διάκριση στα ουκρανικά - проникливість, обачність, дискримінація, розсуд, дискримінаційний, осторога, обережність, ...
Τυχαίες λέξεις
Διάθλαση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: переломлення, заломлення, відбиття