Δράμα στα ισλανδικά

Μετάφραση: δράμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
leiklist, Drama, leikrit, sjónleikur, dramatík
Δράμα στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δράμα

δράμα ξάνθη, δράμα 86, δράμα νέα, δράμα πληθυσμός, δράμα καιρός, δράμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δράμα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • δούλος στα ισλανδικά - þræll, ambátt, púkinn, þrællinn, þjónn
  • δράκος στα ισλανδικά - Dragon, drekinn, drekann, dreki, dreka
  • δράση στα ισλανδικά - aðgerð, aðgerðir, aðgerða, Aðgerðin, til aðgerða
  • δράστης στα ισλανδικά - geranda, gerandinn, árásamaður
Τυχαίες λέξεις
Δράμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: leiklist, Drama, leikrit, sjónleikur, dramatík