Επίβουλος στα ισλανδικά
Μετάφραση: επίβουλος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sviksamir, framhleypnir, Treacherous, hin ótrúa, ótrúr, ótrúa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίβουλος
επίβουλος συνωνυμο, επίβουλος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επίβουλος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- επίβλεψη στα ισλανδικά - eftirlit, eftirliti, Control, umsjón, eftirlit með
- επίβουλα στα ισλανδικά - sviksamir, framhleypnir, Treacherous, hin ótrúa, ótrúr, ótrúa
- επίγνωση στα ισλανδικά - vitund, meðvitund, skilning, skilningur, skilning á
- επίγονος στα ισλανδικά - afkomandi, niðjum, ætt, niðja, afkomandinn
Τυχαίες λέξεις
Επίβουλος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sviksamir, framhleypnir, Treacherous, hin ótrúa, ótrúr, ótrúa
Μεταφράσεις: sviksamir, framhleypnir, Treacherous, hin ótrúa, ótrúr, ótrúa