Επαίσχυντος στα ισλανδικά
Μετάφραση: επαίσχυντος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skammarlegt, svívirðilegum, skömm, hin svívirðlegasta, svívirðlegasta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαίσχυντος
επαίσχυντος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, επαίσχυντος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- επίτιμος στα ισλανδικά - Heiðursfélagar, heiðurs, heiðursfélagi, Honorary, heiðursverðlaun
- επίφοβος στα ισλανδικά - hrikalegra, hræðilegt, ógurlegi, hræðilegur
- επαγγελματίας στα ισλανδικά - faglega, menntuð, faglegur, atvinnu, fagleg
- επαγγελματικός στα ισλανδικά - faglega, menntuð, faglegur, atvinnu, fagleg
Τυχαίες λέξεις
Επαίσχυντος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: skammarlegt, svívirðilegum, skömm, hin svívirðlegasta, svívirðlegasta
Μεταφράσεις: skammarlegt, svívirðilegum, skömm, hin svívirðlegasta, svívirðlegasta