Επαίσχυντος στα λιθουανικά
Μετάφραση: επαίσχυντος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gėdingas, gėdinga, gėda, gėdingi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαίσχυντος
επαίσχυντος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επαίσχυντος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επίτιμος στα λιθουανικά - garbės, garb, garbingą, visuomeniniais, garb ÷
- επίφοβος στα λιθουανικά - baisus, baisi, siaubingas, žiaurios, siaubinga
- επαγγελματίας στα λιθουανικά - profesionalus, profesionalių, profesionalų, profesinė, profesionali
- επαγγελματικός στα λιθουανικά - profesionalus, profesionalių, profesionalų, profesinė, profesionali
Τυχαίες λέξεις
Επαίσχυντος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: gėdingas, gėdinga, gėda, gėdingi
Μεταφράσεις: gėdingas, gėdinga, gėda, gėdingi