Θρανίο στα ισλανδικά
Μετάφραση: θρανίο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skrifborð, bekkur, bekknum, Strákarnir á bekknum
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρανίο
i love θρανίο, θρανίο στα γαλλικά, θρανίο ονειροκρίτης, θρανίο σχολικές γιορτές, θρανίο παιδικό, θρανίο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, θρανίο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- θρήσκος στα ισλανδικά - trúarleg, trúarlega, trúarlegum, trúarbragða, trúarlegt
- θρίαμβος στα ισλανδικά - sigur, Triumph, sigri
- θρασύδειλος στα ισλανδικά - Bully, yfirgangsseggur, leggja í einelti, hrekkjusvín, einelti
- θρασύς στα ισλανδικά - ósvífinn
Τυχαίες λέξεις
Θρανίο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: skrifborð, bekkur, bekknum, Strákarnir á bekknum
Μεταφράσεις: skrifborð, bekkur, bekknum, Strákarnir á bekknum