Θρανίο στα λιθουανικά
Μετάφραση: θρανίο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
langelis, suolas, stendo, stende, suoliukas, bench
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρανίο
i love θρανίο, θρανίο στα γαλλικά, θρανίο ονειροκρίτης, θρανίο σχολικές γιορτές, θρανίο παιδικό, θρανίο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, θρανίο στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- θρήσκος στα λιθουανικά - religinis, religinė, religinės, religinių, religinę
- θρίαμβος στα λιθουανικά - triumfas, pergalė, Triumph, triumfą, triumfu
- θρασύδειλος στα λιθουανικά - puikus, nuostabus, suteneris, peštukas, ieškoti priekabių, kibinti, gąsdinti
- θρασύς στα λιθουανικά - įžūlus, cheeky, Impertynencki, atšakus, Bezkaunīgs
Τυχαίες λέξεις
Θρανίο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: langelis, suolas, stendo, stende, suoliukas, bench
Μεταφράσεις: langelis, suolas, stendo, stende, suoliukas, bench