Κατάλοιπο στα ισλανδικά
Μετάφραση: κατάλοιπο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
afgangur, leifar, leifin, eftir stendur, leif, leifinni
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατάλοιπο
κατάλοιπο εξουσίας, κατάλοιπο english, κατάλοιπο συνώνυμο, κατάλοιπο του solow, κατάλοιπο στα αγγλικά, κατάλοιπο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κατάλοιπο στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- κατάλληλος στα ισλανδικά - hentugur, hæfur, hentar, henta, hæfi, við hæfi
- κατάλογος στα ισλανδικά - listi, Listinn, lista, að listinn, listanum
- κατάλυμα στα ισλανδικά - húsrúm, aðbúnaður, gisting, Herbergisfél, gistingu, húsnæði, gistirými
- κατάλυση στα ισλανδικά - efnahvarfa, Catalysis
Τυχαίες λέξεις
Κατάλοιπο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: afgangur, leifar, leifin, eftir stendur, leif, leifinni
Μεταφράσεις: afgangur, leifar, leifin, eftir stendur, leif, leifinni