Κατάλοιπο στα ρωσικά
Μετάφραση: κατάλοιπο, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сдача, сальдо, остальное, остаток, остатка, осадок, остатков, вычетов
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατάλοιπο
κατάλοιπο εξουσίας, κατάλοιπο english, κατάλοιπο συνώνυμο, κατάλοιπο του solow, κατάλοιπο στα αγγλικά, κατάλοιπο λεξικό γλώσσας ρωσικά, κατάλοιπο στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- κατάλληλος στα ρωσικά - подверженный, желательный, возможный, присвоить, подходящий, соответствующий, присваивать, ...
- κατάλογος στα ρωσικά - реестр, каталогизировать, прейскурант, каталог, справочник, список, перечень, ...
- κατάλυμα στα ρωσικά - расквартирование, кредит, удобство, приспособление, ссуда, приют, прибежище, ...
- κατάλυση στα ρωσικά - уничтожение, отмена, ликвидация, упразднение, катализ, катализа, катализе, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατάλοιπο στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: сдача, сальдо, остальное, остаток, остатка, осадок, остатков, вычетов
Μεταφράσεις: сдача, сальдо, остальное, остаток, остатка, осадок, остатков, вычетов