Κατάλοιπο στα ολλανδικά

Μετάφραση: κατάλοιπο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rommel, resterende, restant, overige, afval, rest, staartje, residu, residuen, voor residuen, resten
Κατάλοιπο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατάλοιπο

κατάλοιπο εξουσίας, κατάλοιπο english, κατάλοιπο συνώνυμο, κατάλοιπο του solow, κατάλοιπο στα αγγλικά, κατάλοιπο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κατάλοιπο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κατάλληλος στα ολλανδικά - behoorlijk, fatsoenlijk, passend, geschikt, gepast, betamelijk, bruikbaar, ...
  • κατάλογος στα ολλανδικά - catalogiseren, lijst, lijst met, overzicht, de lijst, lijst van
  • κατάλυμα στα ολλανδικά - huisvesting, modificatie, aanpassing, woning, onderkomen, onderdak, logies, ...
  • κατάλυση στα ολλανδικά - ruiming, eliminatie, afschaffing, vernietiging, annulering, ontbinding, katalyse, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατάλοιπο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: rommel, resterende, restant, overige, afval, rest, staartje, residu, residuen, voor residuen, resten