Μεγέθυνση στα ισλανδικά
Μετάφραση: μεγέθυνση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stækkun, stækkunarsvið, föld stækkun, hún stækkuð
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεγέθυνση
μεγέθυνση πέους με φυσικό τρόπο, μεγέθυνση στήθους, μεγέθυνση πέους με φυσικό τρόπο – πως λειτουργεί, μεγέθυνση στήθους με φυσικό τρόπο, μεγέθυνση οθόνης, μεγέθυνση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μεγέθυνση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μεγάλος στα ισλανδικά - mikill, langur, langt, stór, frábær, frábær hóteltilboð, á frábær hóteltilboð, ...
- μεγάφωνο στα ισλανδικά - hátalarinn, hátalara, hátalaranum, hátalarann, hátalari
- μεγαλείο στα ισλανδικά - dýrð, prýði, vegsemd, splendour, vegsemdin
- μεγαλειώδης στα ισλανδικά - Grand, mikilfenglegur, stóra, glæsilegur
Τυχαίες λέξεις
Μεγέθυνση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stækkun, stækkunarsvið, föld stækkun, hún stækkuð
Μεταφράσεις: stækkun, stækkunarsvið, föld stækkun, hún stækkuð