Μεγέθυνση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μεγέθυνση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ampliação, de ampliação, aumento, ampliação de, magnificação
Μεγέθυνση στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεγέθυνση

μεγέθυνση πέους με φυσικό τρόπο, μεγέθυνση στήθους, μεγέθυνση πέους με φυσικό τρόπο – πως λειτουργεί, μεγέθυνση στήθους με φυσικό τρόπο, μεγέθυνση οθόνης, μεγέθυνση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μεγέθυνση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μεγάλος στα πορτογαλικά - longo, magno, maiúsculo, eminente, gramática, só, excelente, ...
  • μεγάφωνο στα πορτογαλικά - alto-falante, altifalante, altifalantes, loudspeaker, do altifalante
  • μεγαλείο στα πορτογαλικά - glória, majestade, glorificar, esplendor, splendor, o esplendor, splendour
  • μεγαλειώδης στα πορτογαλικά - alto, majestoso, milho, elevado, eminente, real, grande, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεγέθυνση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ampliação, de ampliação, aumento, ampliação de, magnificação