Μονοπάτια στα ισλανδικά
Μετάφραση: μονοπάτια, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
slóðir, ferlar, slóð
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονοπάτια
μονοπάτια πολιτισμού, μονοπάτια πήλιο, μονοπάτια ε4, μονοπάτια mountain resort, μονοπάτια πάρνηθας, μονοπάτια λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μονοπάτια στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- μονομαχία στα ισλανδικά - hólmganga, einvígi, Duel
- μονοπάτι στα ισλανδικά - slóð, braut, gata, Slóðin, leið, hlaupastígur, gangstígur
- μονοπώλιο στα ισλανδικά - einokun, einkasala, einkaréttur, einkarétt, að einkaréttur, einokunaraðstöðu
- μοντέλο στα ισλανδικά - afbragð, líkan, fyrirmynd, líkanið, gerð, módel
Τυχαίες λέξεις
Μονοπάτια στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: slóðir, ferlar, slóð
Μεταφράσεις: slóðir, ferlar, slóð