Λέξη: ροκ

Σχετικές λέξεις: ροκ

ροκ εν ρολ, ροκ μπαλαντες ξενες, ροκ μουσικη, ροκ μπαρ αθηνα, ροκ μπαλαντα, ροκ χατσον, ροκ τραγουδια του 80, ροκ μπαλαντες, ροκ τραγουδια, ροκ φμ, ελληνικο ροκ, το ροκ, ροκ συγκροτηματα, ελληνικα ροκ, χαι ροκ, ποπ ροκ, rok, ελληνικα ροκ τραγουδια

Συνώνυμα: ροκ

είδος ζωηρού χωρού

Μεταφράσεις: ροκ

ροκ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rock, rock and

ροκ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
risco, sacudir, escollo, roca, cálculo, rock, de rock, la roca, piedra

ροκ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gestein, schaukeln, geldstück, dollar, fels, rochen, felsen, wiegen, stein, Rock, Felsen, Fels, Stein, Gestein

ροκ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dandiner, dodeliner, secouer, roc, osciller, rocher, récif, écueil, brimbaler, ébranler, rock, calcul, pierre, bouleverser, agiter, balancer, roche, roches

ροκ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
masso, dondolare, pietra, rupe, cullare, sasso, macigno, roccia, rock, di roccia, rocce, della roccia

ροκ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
robô, pedras, pedra, rocha, rochedo, de rock, da rocha, de rocha

ροκ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
balanceren, rotsblok, rots, steen, gesteente, Rock, rotsen

ροκ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
камень, гибралтар, качаться, укачивать, брильянт, покачать, покачиваться, покачаться, утёс, баюкать, булыжник, трясти, порода, убаюкивать, рок, опора, скала

ροκ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bergart, stein, klippe, fjell, berg, rocke

ροκ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sten, gunga, vagga, berg, klippa, berget

ροκ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
keinuttaa, kivi, paasi, heilunta, huojua, tuutia, keinunta, kallio, rock, kiven, kallion

ροκ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
sten, klippe, Rock, klippen, til Rock

ροκ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
viklat, skála, útes, houpat, úskalí, skalisko, kámen, balvan, kamínek, hornina, klátit, rock, skále, skalní, rocková

ροκ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
głaz, chybotać, kołysać, zachybotać, kamień, rozbujać, huśtać, skała, wstrząsać, bujać, rock, opoka, skalny, rocka

ροκ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ékszer, rockzene, szikla, sziklára, rock, kőzet, kő

ροκ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
taş, kayaç, kaya, Rock, Rok

ροκ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
юрма, єпископ, множину, рок, доля

ροκ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tund, shkëmb, përkund, rok, shkëmbi, kështjella, gur

ροκ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
скала, рок, камък, скално, скален

ροκ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
камень, рок

ροκ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kalju, kari, jäätükk, kiigutama, salk, rokk, kivi, Rock, kivim

ροκ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
naslaga, žila, stijena, kamen, stijene, stijenu, rocka

ροκ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
klettur, berg, bjarg, drangur, rokk, Rock, steinn, bjargi

ροκ στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
silex

ροκ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
akmuo, rokenrolas, uola, rokas, rock, roko, uolienų

ροκ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
klints, rokenrols, akmens, iezis, rock, klinšu

ροκ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
рок, карпа, камен, карпи

ροκ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
piatră, stâncă, rocă, de rock, piatra

ροκ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
skála, skala, kamen, rocka, kamnine, kamnin

ροκ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
rockový, rock

Στατιστικά δημοτικότητας: ροκ

Τυχαίες λέξεις