Ομοιογενής στα ισλανδικά
Μετάφραση: ομοιογενής, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
einsleit, einsleitt, einsleitur, einsleita, einsleitri
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομοιογενής
ομοιογενής συνώνυμα, ομοιογενής κλιση, ομοιογενής λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ομοιογενής στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ομιλητικός στα ισλανδικά - samtals
- ομιχλώδης στα ισλανδικά - þoka, óskýr, þokukennd, þokukenndur, þokukenndur og
- ομοιομορφία στα ισλανδικά - einsleitni, og einsleitni, að samræmi
- ομοιόμορφος στα ισλανδικά - samræmdu, samræmda, samræmt, samræmd, samhljóða
Τυχαίες λέξεις
Ομοιογενής στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: einsleit, einsleitt, einsleitur, einsleita, einsleitri
Μεταφράσεις: einsleit, einsleitt, einsleitur, einsleita, einsleitri