Οριζόντιος στα ισλανδικά
Μετάφραση: οριζόντιος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lárétt, lárétta, láréttur, láréttu, láréttum
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οριζόντιος
οριζόντιος και κάθετος συντονισμός, οριζόντιος πολλαπλασιασμός, οριζόντιος και κάθετος επαγγελματικός διαχωρισμός, οριζόντιος προσανατολισμός, οριζόντιος νυσταγμός, οριζόντιος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, οριζόντιος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ορθώνω στα ισλανδικά - gott, góð, góður, vel, góða
- οριακός στα ισλανδικά - lélegur, brúnum, jaðarsvæðum, jaðar, lítils háttar
- οριοθετώ στα ισλανδικά - afmarka, delimit, að afmarka
- ορισμός στα ισλανδικά - skilgreining, skilgreiningu, skýring, Skilgreiningin
Τυχαίες λέξεις
Οριζόντιος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: lárétt, lárétta, láréttur, láréttu, láréttum
Μεταφράσεις: lárétt, lárétta, láréttur, láréttu, láréttum