Περίττωμα στα ισλανδικά
Μετάφραση: περίττωμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
saur
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περίττωμα
περίττωμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, περίττωμα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- περίσσευμα στα ισλανδικά - aflaga, afgangur, afgang, afgangi, afgangurinn, afgangur af
- περίτεχνος στα ισλανδικά - vandaður, útfæra, að útfæra, útfæra nánar, samningsaðilar
- περίφραγμα στα ισλανδικά - girðing, fylgiskjal, hýsingin, umgjörð, hýsing
- περίφραξη στα ισλανδικά - girðing, fylgiskjal, hýsingin, umgjörð, hýsing
Τυχαίες λέξεις
Περίττωμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: saur
Μεταφράσεις: saur