Πλήθος στα ισλανδικά
Μετάφραση: πλήθος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hópur, örtröð, fjölmenna, fjöldi, fólkið, mannfjöldi, komu, Áhorfendur, mannfjöldinn
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλήθος
πλήθος κλίση, πλήθος english, πλήθος προσόψεων ε9, πλήθος ονειροκρίτης, πλήθος ομορριζα, πλήθος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πλήθος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πλέον στα ισλανδικά - fleiri, mestur, meiri, flestir, flestur, meira, mest, ...
- πλέω στα ισλανδικά - segl, sigla, siglingu, siglt, seglið
- πλήξη στα ισλανδικά - lífsleiðan
- πλήρης στα ισλανδικά - fullur, heill, Complete, lokið, klárað, ljúka
Τυχαίες λέξεις
Πλήθος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hópur, örtröð, fjölmenna, fjöldi, fólkið, mannfjöldi, komu, Áhorfendur, mannfjöldinn
Μεταφράσεις: hópur, örtröð, fjölmenna, fjöldi, fólkið, mannfjöldi, komu, Áhorfendur, mannfjöldinn