Προσκύνημα στα ισλανδικά
Μετάφραση: προσκύνημα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
pílagrímsferð, Pílagrímsför
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσκύνημα
προσκύνημα στο άγιο όρος, προσκύνημα αγγλικά, προσκύνημα ξαρχάκος, προσκύνημα στους αγίους τόπους, προσκύνημα στην τήνο, προσκύνημα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, προσκύνημα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- προσκυνητής στα ισλανδικά - Pílagrímur, Pilgrim
- προσκόλληση στα ισλανδικά - meðferðarheldni, fylgja, fylgi fyrirmælum, farið, að fylgja
- προσοχή στα ισλανδικά - eftirtekt, athygli, gaumur, áhersla, athyglin, áherslu
- προσπάθεια στα ισλανδικά - freista, tilraun, viðleitni, reyna, átak, áreynsla, fyrirhöfn
Τυχαίες λέξεις
Προσκύνημα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: pílagrímsferð, Pílagrímsför
Μεταφράσεις: pílagrímsferð, Pílagrímsför