Ρουχισμός στα ισλανδικά
Μετάφραση: ρουχισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fat, föt, Fatnaður, fatnað, fatnaði, Clothing
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρουχισμός
ρουχισμός ποδηλάτου, ρουχισμός μοτοσυκλέτας, ρουχισμός ποδηλασίας, ρουχισμός βουνού, ρουχισμός ποδηλάτη, ρουχισμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ρουχισμός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ρουφήχτρα στα ισλανδικά - Whirlpool, nuddpottur, hringiðu
- ρουφώ στα ισλανδικά - sjúga, suck, að sjúga, saug, brjósti
- ροχάλα στα ισλανδικά - tómlæti, rochala
- ροχαλίζω στα ισλανδικά - hrjóta, snore, nokkrar nætur
Τυχαίες λέξεις
Ρουχισμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fat, föt, Fatnaður, fatnað, fatnaði, Clothing
Μεταφράσεις: fat, föt, Fatnaður, fatnað, fatnaði, Clothing