Σκεπή στα ισλανδικά
Μετάφραση: σκεπή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þak, þaki, þaki uppi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκεπή
σκεπή από πάνελ, σκεπή του παρθενώνα, σκεπή πάνελ, σκεπή κόστος, σκεπή συνώνυμα, σκεπή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σκεπή στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σκελετός στα ισλανδικά - beinagrind, beinagrindarinnar, beinagrindin, beinagrind í, stoðgrind
- σκεπάζω στα ισλανδικά - klæða, klædduð, klæðast, þá klæða, klæðir
- σκεπτικισμός στα ισλανδικά - efahyggja, tortryggni, efahyggju, efasemdum, Efahyggjan
- σκεπτικιστής στα ισλανδικά - efasemdamaður, Skeptic
Τυχαίες λέξεις
Σκεπή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þak, þaki, þaki uppi
Μεταφράσεις: þak, þaki, þaki uppi