Στυφότητα στα ισλανδικά
Μετάφραση: στυφότητα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
astringency
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στυφότητα
στυφότητα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στυφότητα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- στυλό στα ισλανδικά - rétt, penni, lyfjapenni, penna, lyfjapenna, penninn
- στυφός στα ισλανδικά - acrid
- στόκος στα ισλανδικά - kítti
- στόλος στα ισλανδικά - fljótur, floti, flotanum, flota, flotinn, Lo, flotans
Τυχαίες λέξεις
Στυφότητα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: astringency
Μεταφράσεις: astringency