Συγυρισμένος στα ισλανδικά

Μετάφραση: συγυρισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
snyrtilegur, sniðugt, óblandað, snyrtilega, snyrtilegt
Συγυρισμένος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συγυρισμένος

συγυρισμένος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συγυρισμένος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συγνώμη στα ισλανδικά - afsökun, hryggur, Því miður, miður, leitt, Því miður er
  • συγυρίζω στα ισλανδικά - snyrtilegu, snyrtilegt, snyrtilegur, snyrtilegir, umgengni
  • συγχέω στα ισλανδικά - snafu
  • συγχαίρω στα ισλανδικά - til hamingju, hamingju, hamingjuóskir, Til hamingju með, hamingju með
Τυχαίες λέξεις
Συγυρισμένος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: snyrtilegur, sniðugt, óblandað, snyrtilega, snyrtilegt