Συνέπεια στα ισλανδικά

Μετάφραση: συνέπεια, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
afleiðing, samkvæmni, samræmi, samræmi sé, samræmis, áferð
Συνέπεια στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνέπεια

συνέπεια συνώνυμο, συνέπεια στα αγγλικά, συνέπεια τόξου, συνέπεια ετυμολογία, συνέπεια αντωνυμο, συνέπεια λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συνέπεια στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συνέλευση στα ισλανδικά - samningur, samkoma, samsetning, samsetningu, söfnuðurinn, samsetningar
  • συνέντευξη στα ισλανδικά - viðtal, viðtalið, viðtali, viðtalinu, viðtöl
  • συνέργεια στα ισλανδικά - samvirkni, Synergy, samlegð, samlegðaráhrif
  • συνέταιρος στα ισλανδικά - félagi, samstarfsaðila, Partner, samstarfsaðili, maka
Τυχαίες λέξεις
Συνέπεια στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: afleiðing, samkvæmni, samræmi, samræmi sé, samræmis, áferð