Συνεχίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: συνεχίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vara, haldast, áfram, halda áfram, að halda áfram, haldið áfram, halda áfram að
Συνεχίζω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεχίζω

συνεχίζω αρχαία ελληνικά, συνεχίζω συνώνυμα, συνεχίζω λεξικο, σύλλογος συνεχίζω, αόριστος συνεχίζω, συνεχίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συνεχίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συνεχής στα ισλανδικά - viðstöðulaus, samfelld, samfellt, stöðugt, stöðugur, samfellda
  • συνεχίζομαι στα ισλανδικά - vara, haldast, fara á, fara, fara í, farið á, halda áfram
  • συνεχώς στα ισλανδικά - viðstöðulaust, jafnan, stöðugt, stöðugt að, sífellt, alltaf, sífellt að
  • συνηγορία στα ισλανδικά - vörn, málsvörn
Τυχαίες λέξεις
Συνεχίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vara, haldast, áfram, halda áfram, að halda áfram, haldið áfram, halda áfram að