Συνεχίζω στα τσεχικά

Μετάφραση: συνεχίζω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
udržovat, pokračovat, zůstat, vytrvat, trvat, setrvat, nadále, i nadále, pokračovat v, pokračování
Συνεχίζω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεχίζω

συνεχίζω αρχαία ελληνικά, συνεχίζω συνώνυμα, συνεχίζω λεξικο, σύλλογος συνεχίζω, αόριστος συνεχίζω, συνεχίζω λεξικό γλώσσας τσεχικά, συνεχίζω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • συνεχής στα τσεχικά - spolehlivý, neustálý, pevný, věrný, neměnný, stálý, neomylný, ...
  • συνεχίζομαι στα τσεχικά - udržovat, setrvat, vytrvat, pokračovat, zůstat, trvat, jít dál, ...
  • συνεχώς στα τσεχικά - vytrvale, neustále, nepřetržitě, ustavičně, pořád, stále, trvale, ...
  • συνηγορία στα τσεχικά - ochrana, obhajoba, obrana, advokacie, prosazování, advokacii, obhajování
Τυχαίες λέξεις
Συνεχίζω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: udržovat, pokračovat, zůstat, vytrvat, trvat, setrvat, nadále, i nadále, pokračovat v, pokračování