Τυπικότητα στα ισλανδικά
Μετάφραση: τυπικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
formsatriði, formsatriði sem, formsatriða, formlegheit, formsatriÃ
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τυπικότητα
τυπικότητα f, τυπικότητα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, τυπικότητα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- τυμπανιστής στα ισλανδικά - trommari, trommarinn, trommuleikari, trommur, trommara
- τυπικός στα ισλανδικά - dæmigerður, dæmigerð, dæmigert, einkennandi, dæmigerða
- τυπογράφος στα ισλανδικά - prentari, typographer
- τυπώνω στα ισλανδικά - letur, prenta, prenta þessa, Print, prentað, prentun
Τυχαίες λέξεις
Τυπικότητα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: formsatriði, formsatriði sem, formsatriða, formlegheit, formsatriÃ
Μεταφράσεις: formsatriði, formsatriði sem, formsatriða, formlegheit, formsatriÃ