Υποδουλώνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: υποδουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
enslave, hneppa í þrældóm
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποδουλώνω
υποδουλώνω αντώνυμο, υποδουλώνω συνωνυμο, υποδουλώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υποδουλώνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- υποδιαίρεση στα ισλανδικά - sjálfstjórnar, efsta, skipting, sjálfstjórnarhéruð, sjálfstjórnarhérað
- υποδομή στα ισλανδικά - uppbygging, innviði, grunngerð, innviðir, innviðum
- υποδοχή στα ισλανδικά - afgreiðsla, fals, fyrir þrífót, þrífót, hulsa, Socket
- υποθάλπω στα ισλανδικά - foment
Τυχαίες λέξεις
Υποδουλώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: enslave, hneppa í þrældóm
Μεταφράσεις: enslave, hneppa í þrældóm