Υποδουλώνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: υποδουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
enriquecer, escravizar, escravizá, escravizam, escravizar a
Υποδουλώνω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποδουλώνω

υποδουλώνω αντώνυμο, υποδουλώνω συνωνυμο, υποδουλώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, υποδουλώνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • υποδιαίρεση στα πορτογαλικά - subdivisão, subdivisões, compartimentação, subcasa, loteamento
  • υποδομή στα πορτογαλικά - infra-estrutura, infraestrutura
  • υποδοχή στα πορτογαλικά - peúga, soquete, tomada, encaixe, de soquete, tomada para
  • υποθάλπω στα πορτογαλικά - fomentar, fomentar a, fomento, fomentar o, fomentam
Τυχαίες λέξεις
Υποδουλώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: enriquecer, escravizar, escravizá, escravizam, escravizar a