Υπόθεση στα ισλανδικά
Μετάφραση: υπόθεση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sök, kaupsýsla, mál, hugmynd, efni, málefni, atvik, atvinna, viðskipti, atriði, firma, málið, ræða, tilfelli, raunin
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπόθεση
υπόθεση δουρή, υπόθεση μπελογιάννη, υπόθεση μπαλτάκου, υπόθεση καρέλι, υπόθεση ασπιδα, υπόθεση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υπόθεση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- υπόδειξη στα ισλανδικά - tillaga, uppástunga, tillögu, uppástungu, Tillagan
- υπόδικος στα ισλανδικά - svarandi, stefndi, svarenda, gagnaðili, viðmælandi
- υπόκωφος στα ισλανδικά - dæld, holur, hol, holt, holu, hola
- υπόλειμμα στα ισλανδικά - leifar, leifin, eftir stendur, leif, leifinni
Τυχαίες λέξεις
Υπόθεση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sök, kaupsýsla, mál, hugmynd, efni, málefni, atvik, atvinna, viðskipti, atriði, firma, málið, ræða, tilfelli, raunin
Μεταφράσεις: sök, kaupsýsla, mál, hugmynd, efni, málefni, atvik, atvinna, viðskipti, atriði, firma, málið, ræða, tilfelli, raunin