Λέξη: αγαλματάκι
Μεταφράσεις: αγαλματάκι
αγαλματάκι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
statuette, figurine, statue
αγαλματάκι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
estatuilla, figurilla, estatuilla de, figurilla de, la estatuilla
αγαλματάκι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Statuette, Statue
αγαλματάκι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
statuette, figurine, statue, statuette en, statuette de, la statuette
αγαλματάκι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
statuetta, statuette, statuina, statuetta di, statuetta in
αγαλματάκι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estatueta, statuette, estatueta de, statuette de, estatueta do
αγαλματάκι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beeldje, statuette, beeldje van, Het beeldje, Het beeldje van
αγαλματάκι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
фигурка, статуэтка, статуэтку, статуэтки, статуэткой
αγαλματάκι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
statuetten, statuett, statuette
αγαλματάκι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
statyett, statuette, statyetten, statuetten
αγαλματάκι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pienoisveistos, patsas, pienoisveisto, statuette, veistos
αγαλματάκι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
statuette, statuetten, statue
αγαλματάκι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
soška, socha, sošku, sošky
αγαλματάκι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
figurka, postawa, figurynka, posążek, statuetka, statuette, statuetkę, statuetki
αγαλματάκι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szobrocska, szobrocskát, szobor, szobrot, kisplasztika
αγαλματάκι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
heykelcik, heykelciği, statuette, heykelciğinin, bir heykelcik
αγαλματάκι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
статуетка, статуетку
αγαλματάκι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
statujëz, statujë, statuja
αγαλματάκι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
статуетка, статуетката, статуя, статуйка
αγαλματάκι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
статуэтка
αγαλματάκι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kujuke, pisiskulptuur, statuett, statuette, Pienoisveistos
αγαλματάκι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
figurica, statueta, kipić, kip, statua
αγαλματάκι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
styttu
αγαλματάκι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
statulėlė, statulėlės, statulėle, Statuetka, statulėlę
αγαλματάκι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
statuete, statueti, statuju
αγαλματάκι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
статуетка, статуетката, статуа, стаутетка
αγαλματάκι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
statuetă, statueta, statuetă de, statuete, statuetă din
αγαλματάκι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
soška, kipec, statuette, statueta
αγαλματάκι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
soška, sošky, sošku