Φαινομενικά στα ισλανδικά
Μετάφραση: φαινομενικά, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sýnilega, ostensibly, í orði kveðnu, orði kveðnu, sem ostensibly
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φαινομενικά
φαινομενικά in english, φαινομενικά αγγλικα, φαινομενικά συνώνυμο, φαινομενικά συνώνυμα, φαινομενικά λεξικό, φαινομενικά λεξικό γλώσσας ισλανδικά, φαινομενικά στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- φαγούρα στα ισλανδικά - kláði, kláða, valda kláða, kláða vegna
- φαιδρός στα ισλανδικά - kátur, glaðlegur, vinsæl
- φαινομενικός στα ισλανδικά - ljóst, ljós, í ljós, augljós, áberandi
- φαιός στα ισλανδικά - grár, grá, gráu, grátt, gráa
Τυχαίες λέξεις
Φαινομενικά στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sýnilega, ostensibly, í orði kveðnu, orði kveðnu, sem ostensibly
Μεταφράσεις: sýnilega, ostensibly, í orði kveðnu, orði kveðnu, sem ostensibly