Χείλι στα ισλανδικά

Μετάφραση: χείλι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vör, í vör, varir, Lip, vörin
Χείλι στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χείλι

χείλι μου μοσκομύριστο, το χείλι, χείλι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, χείλι στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • χαύνος στα ισλανδικά - languorous
  • χαώδης στα ισλανδικά - snafu
  • χείλος στα ισλανδικά - brún, jaðar, vör, í vör, varir, Lip, vörin
  • χείμαρρος στα ισλανδικά - straum, Stream, straumi, streyma, straumspila
Τυχαίες λέξεις
Χείλι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vör, í vör, varir, Lip, vörin