Άναρθρος στα ιταλικά
Μετάφραση: άναρθρος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
inarticolato, inarticolata, inarticulate, inarticolati, disarticolato
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άναρθρος
έναρθρος λόγος, άναρθρος λεξικό γλώσσας ιταλικά, άναρθρος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- άμυλο στα ιταλικά - amido, salda, fecola, fecola di, amido di, di amido
- άμυνα στα ιταλικά - difesa, di difesa, la difesa, difensore, della difesa
- άναυδος στα ιταλικά - muto, interdetto, sbalordito, bocca aperta, attonito, a bocca aperta
- άνδρας στα ιταλικά - uomo, marito, dell'uomo, l'uomo, man, uomo di
Τυχαίες λέξεις
Άναρθρος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: inarticolato, inarticolata, inarticulate, inarticolati, disarticolato
Μεταφράσεις: inarticolato, inarticolata, inarticulate, inarticolati, disarticolato