Αγοράζω στα ιταλικά
Μετάφραση: αγοράζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
comprare, acquistare, acquisto, compra, acquista
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγοράζω
αγοράζω ελληνικά, αγοράζω χρυσό, αγοράζω παλιά έπιπλα, αγοράζω παλιά, αγοράζω πωλουνται γιδια, αγοράζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, αγοράζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αγνότητα στα ιταλικά - castità, la castità, di castità, della castità
- αγορά στα ιταλικά - acquistare, comprare, acquisto, mercato, di mercato, del mercato, mercati, ...
- αγορίστικός στα ιταλικά - fanciullesco, infantile, ragazzino, da ragazzo, giovanile
- αγοραστής στα ιταλικά - compratore, acquirente, committente, il compratore
Τυχαίες λέξεις
Αγοράζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: comprare, acquistare, acquisto, compra, acquista
Μεταφράσεις: comprare, acquistare, acquisto, compra, acquista