Βαθουλώνω στα ιταλικά

Μετάφραση: βαθουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ammaccatura, Dent, dente, un'ammaccatura, intaccare
Βαθουλώνω στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαθουλώνω

βαθουλώνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, βαθουλώνω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • βαθμός στα ιταλικά - riga, marcare, rango, cenno, ceto, livello, segnare, ...
  • βαθουλωμένος στα ιταλικά - vano, incavato, depressione, vuoto, ammaccato, ammaccata, intaccato, ...
  • βαθούλωμα στα ιταλικά - ammaccatura, Dent, dente, un'ammaccatura, intaccare
  • βαθυστόχαστος στα ιταλικά - profondo, profonda, profonde, profondi, profondamente
Τυχαίες λέξεις
Βαθουλώνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ammaccatura, Dent, dente, un'ammaccatura, intaccare