Κοσμικός στα ιταλικά

Μετάφραση: κοσμικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
laico, porre, posare, mettere, deporre, terreno, mondano, collocare, mondana, terrena, mondani
Κοσμικός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοσμικός

κοσμικός άνθρωπος, κοσμικός τρόμος, κοσμικός ουμανισμός, κοσμικός πληθωρισμός, κοσμικός λεξικό, κοσμικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, κοσμικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • κοσμήματα στα ιταλικά - gioielli, monili, gioielleria, dei monili, monili di
  • κοσμήτορας στα ιταλικά - decano, preside, Dean, rettore, di Dean
  • κοσμιότητα στα ιταλικά - decenza, pudore, la decenza, decoro, decency
  • κοσμώ στα ιταλικά - fregiare, adornare, ornare, addobbare, imbellire, parare, aggraziare, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοσμικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: laico, porre, posare, mettere, deporre, terreno, mondano, collocare, mondana, terrena, mondani