Κοσμικός στα τούρκικα
Μετάφραση: κοσμικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
koymak, dünyevi, dünya, dünyasal, dünyevî
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοσμικός
κοσμικός άνθρωπος, κοσμικός τρόμος, κοσμικός ουμανισμός, κοσμικός πληθωρισμός, κοσμικός λεξικό, κοσμικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, κοσμικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κοσμήματα στα τούρκικα - takı, mücevher, takılar, kuyumculuk, jewelry
- κοσμήτορας στα τούρκικα - dekan, dean, dekanı, dekanın
- κοσμιότητα στα τούρκικα - edep, terbiye, decency, nezaket, nezaketine
- κοσμώ στα τούρκικα - süslemek, lütuf, grace, ödemesiz, yetkisiz, yetkisiz kullanım
Τυχαίες λέξεις
Κοσμικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: koymak, dünyevi, dünya, dünyasal, dünyevî
Μεταφράσεις: koymak, dünyevi, dünya, dünyasal, dünyevî