Κόψιμο στα ιταλικά
Μετάφραση: κόψιμο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
restringere, taglio, ridurre, tagliato, cut, di taglio, tagliata
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κόψιμο
κόψιμο πάνας, κόψιμο στο δάχτυλο, κόψιμο τσιγάρο, κόψιμο καπνίσματος, κόψιμο τσιγάρου, κόψιμο λεξικό γλώσσας ιταλικά, κόψιμο στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- κότσος στα ιταλικά - ciambella, crocchia, panino, bun, chignon
- κότσυφας στα ιταλικά - merlo, Blackbird, merla, il merlo, del merlo
- κύβος στα ιταλικά - cubetto, cubo, cubo di, cube, del cubo
- κύηση στα ιταλικά - gravidanza, la gravidanza, di gravidanza, della gravidanza
Τυχαίες λέξεις
Κόψιμο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: restringere, taglio, ridurre, tagliato, cut, di taglio, tagliata
Μεταφράσεις: restringere, taglio, ridurre, tagliato, cut, di taglio, tagliata