Λέξη: δήμος

Σχετικές λέξεις: δήμος

δήμος θεσσαλονίκης, δήμος αναστασιάδης, δήμος μπέκε, δήμος αθηναίων, δήμος ηρακλείου, δήμος καβάλας, δήμος ζωγράφου, δήμος χαλανδρίου, δήμος πειραιά, δήμος αμαρουσίου, δήμος νέας σμύρνης, δήμος νέας ιωνίας, δήμος παλαιού φαλήρου, δήμος βόλου, δήμος αλεξάνδρειας, δήμος αλεξανδρούπολης, δήμος πυλαίας, δήμος σερρών

Συνώνυμα: δήμος

κομητεία, επαρχία, νόμος, περιφέρεια, κοινότητα, κοινόβιο, επικοινωνία, κοινότης, περιφέρεια πόλεως

Μεταφράσεις: δήμος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
council, township, municipality, borough, municipal, commune
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
consejo, concilio, municipio, localidad, población, municipio de, del municipio
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kollegium, rat, Gemeinde, Stadtgemeinde, Township
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
conseil, conseiller, avis, canton, township, municipalité, commune, le canton de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
consigliere, consiglio, municipalità, Township, borgata, comune, cittadina
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
conselho, distrito, Township, município, municipal, distrito municipal
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
raad, gehucht, dorp, Township, gemeente, gemeente van
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
советник, совещание, консилиум, райсовет, собор, синедрион, совет, муниципалитет, рада, городок, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
råd, township, bydelen, kjøpstadsrettigheter, kjøpstads, stadsrettigheter
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
råd
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
raati, johtokunta, konsistori, neuvosto, valtuusto, kaupunkikunta, kauppala, Township, kaupunkiin, asuma
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
råd, township, købstad
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
koncil, rada, okres, obec, černošská čtvrť, městyse, městečko
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zarząd, sobór, konsylium, rada, narada, ciało, miasteczko, powiat, m, miasteczka, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
község, Township, település, településén, a település
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
maslahat, nahiye, ilçe, ilçesi, ilçesine, ilçesine bağlı
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
раду, рада, синедріон, порада, нарада, нараду, містечко, городок, містечка
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
qytetëz, vendbanim, vendbanim i, pse banorët, vendbanim të
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
град, енория, община
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гарадок, мястэчка, городок
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nõukogu, volikogu, valla, Township, Township linnas, Elamukrundid, Isle
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
odbor, savjet, sabor, komora, vijeća, vijeće, općina, Township, gradsko, Townshio, ...
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ráð, Township, bæjarsamfélag býr, staÃ, staà °, bæjarsamfélag
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
consilium, concilium
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
taryba, miestelis, Township, gyvenvietė, sen, miestelio
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
padome, draudze, Township, ciemats, pārvaldes rajons
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
советот, населено место, TOWNSHIP, населено, на населено место, населено место на
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
consiliu, comuna, localitatea, Township, localității, comunei
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
koncil, rada, Mestna občina, okrožje, township, mestni občini
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
koncil, rada, okres, Česká, špecifikácia Okres

Στατιστικά δημοτικότητας: δήμος

Τυχαίες λέξεις