Κόψιμο στα ουκρανικά
Μετάφραση: κόψιμο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
рана, відтяти, скорочення, утікати, вирізати, вирізувати, вирізувати | вирізати |, вирізувати | вирізати
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κόψιμο
κόψιμο πάνας, κόψιμο στο δάχτυλο, κόψιμο τσιγάρο, κόψιμο καπνίσματος, κόψιμο τσιγάρου, κόψιμο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κόψιμο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κότσος στα ουκρανικά - іншу, пучок, булочка, випити, вузол, клунок
- κότσυφας στα ουκρανικά - дрізд, дрозд
- κύβος στα ουκρανικά - куб
- κύηση στα ουκρανικά - вагітність, вагітності
Τυχαίες λέξεις
Κόψιμο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: рана, відтяти, скорочення, утікати, вирізати, вирізувати, вирізувати | вирізати |, вирізувати | вирізати
Μεταφράσεις: рана, відтяти, скорочення, утікати, вирізати, вирізувати, вирізувати | вирізати |, вирізувати | вирізати