Ναρκωτικό στα ιταλικά

Μετάφραση: ναρκωτικό, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
farmaco, stupefacente, droga, di droga, droghe, della droga
Ναρκωτικό στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ναρκωτικό

ναρκωτικό κηατ, ναρκωτικό άλατα μπάνιου, ναρκωτικό ice, ναρκωτικό κανιβαλισμόσ, ναρκωτικό md, ναρκωτικό λεξικό γλώσσας ιταλικά, ναρκωτικό στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ναρκομανής στα ιταλικά - narcotico, stupefacente, nashville, stupefacenti, narcotici
  • ναρκωμένος στα ιταλικά - intorpidito, insensibile, insensibili, intorpidite, intorpidita
  • ναυάγιο στα ιταλικά - naufragio, relitto, il naufragio, shipwreck, naufragare
  • ναυαγοσώστης στα ιταλικά - bagnino, sorvegliata, del bagnino, lifeguard, di salvataggio
Τυχαίες λέξεις
Ναρκωτικό στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: farmaco, stupefacente, droga, di droga, droghe, della droga