Παρακώλυση στα ολλανδικά
Μετάφραση: παρακώλυση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hinderpaal, beletsel, obstakel, storing, hindernis, obstructie, verstopping, belemmering, obstructie van
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρακώλυση
παρακώλυση λειτουργίας σχολείου, παρακώλυση χρήσης γειτονικών ιδιοκτησιών, παρακώλυση συνωνυμα, παρακώλυση λειτουργίας δημόσιας υπηρεσίας, παρακώλυση συνωνυμο, παρακώλυση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, παρακώλυση στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- παρακρατώ στα ολλανδικά - achterhouden, bestellen, afkomst, banaal, openhouden, intekenen, voorraad, ...
- παρακωλύω στα ολλανδικά - hinderen, stuwen, versperren, doorkruisen, belemmeren, afdammen, afsluiten, ...
- παραλέω στα ολλανδικά - vergroten, overdrijven, chargeren, paraleo
- παραλήπτης στα ολλανδικά - ontvanger, geadresseerde, recipiënt, ontvangend, begunstigde, ontvangende
Τυχαίες λέξεις
Παρακώλυση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: hinderpaal, beletsel, obstakel, storing, hindernis, obstructie, verstopping, belemmering, obstructie van
Μεταφράσεις: hinderpaal, beletsel, obstakel, storing, hindernis, obstructie, verstopping, belemmering, obstructie van