Περιβόητος στα ιταλικά
Μετάφραση: περιβόητος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
noto, famigerato, famoso, famigerata, noti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιβόητος
περιβόητος ορισμός, περιβόητοσ διαβόητοσ, περιβόητος συνώνυμα, περιβόητος συνωνυμο, περιβόητος ετυμολογία, περιβόητος λεξικό γλώσσας ιταλικά, περιβόητος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- περιβάλλον στα ιταλικά - ambiente, dintorni, dell'ambiente, ambiente di, contesto, ambientale
- περιβαλλοντολόγος στα ιταλικά - ambientalista, ecologista, ambientalisti, ecologo, l'ambientalista
- περιβόλι στα ιταλικά - frutteto, giardino, da giardino, giardino di, giardino pubblico
- περιγελώ στα ιταλικά - finto, imitare, beffeggiare, irridere, finta, di simulazione, falso, ...
Τυχαίες λέξεις
Περιβόητος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: noto, famigerato, famoso, famigerata, noti
Μεταφράσεις: noto, famigerato, famoso, famigerata, noti