Περιπατητικός στα ιταλικά

Μετάφραση: περιπατητικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ambulatorio, deambulatorio, ambulatoriale, ambulatoriali, ambulacro
Περιπατητικός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περιπατητικός

περιπατητικόσ διαλογισμόσ, περιπατητικός σύλλογος θεσσαλονίκης, περιπατητικόσ σύλλογοσ βόλου, περιπατητικόσ ασθενήσ, περιπατητικός σύλλογος, περιπατητικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, περιπατητικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • περιπαιχτικός στα ιταλικά - peripaichtikos
  • περιπατητής στα ιταλικά - camminatore, Walker, girello, deambulatore, escursionista
  • περιπλέκω στα ιταλικά - complicare, imbarazzare, Perplex, perplesso, perplessi, di Perplex
  • περιπλανιέμαι στα ιταλικά - girovagare, aggirarsi, vagare, vagabondare, girare, vagare per
Τυχαίες λέξεις
Περιπατητικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ambulatorio, deambulatorio, ambulatoriale, ambulatoriali, ambulacro