Περιπατητικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: περιπατητικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
амбулаторний, блукаючий
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιπατητικός
περιπατητικόσ διαλογισμόσ, περιπατητικός σύλλογος θεσσαλονίκης, περιπατητικόσ σύλλογοσ βόλου, περιπατητικόσ ασθενήσ, περιπατητικός σύλλογος, περιπατητικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, περιπατητικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- περιπαιχτικός στα ουκρανικά - посміховище, глузування, висміювання, кепкування, peripaichtikos
- περιπατητής στα ουκρανικά - ходиться, ходунки
- περιπλέκω στα ουκρανικά - ускладніться, Perplex
- περιπλανιέμαι στα ουκρανικά - шосе, бродити, блукати, ходити, тинятися
Τυχαίες λέξεις
Περιπατητικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: амбулаторний, блукаючий
Μεταφράσεις: амбулаторний, блукаючий